Αμπελουργική Ιστορία της Τήνου
Το αμπέλι έπαιζε πρωτεύον ρόλο στη γεωργική ζωή της Τήνου από αρχαιοτάτων χρόνων και η λατρεία του Διονύσου είχε εξέχουσα θέση. Σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα, στη θέση που βρίσκεται σήμερα το Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου υπήρχε ναός αφιερωμένος στο θεό του κρασιού. Στο Αρχαιολογικό Μουσείου Τήνου υπάρχει πληθώρα εκθεμάτων όπως αμφορείς, οινοχόες, κάνθαροι και σκύφοι που χρονολογούνται από την Γεωμετρική περίοδο και μαρτυρούν τη σχέση που είχαν αναπτύξει οι αρχαίοι πρόγονοι μας με το κρασί. Επίσης, αρχαία νομίσματα του νησιού απεικονίζουν θέματα σχετικά με το αμπέλι. Για παράδειγμα, νόμισμα του 6ου αιώνα π.Χ. έφερε ως έμβλημα ένα τσαμπί σταφύλι, την βότρυ, ενώ υπάρχουν ευρήματα και από τον 4ο αιώνα π.Χ. με παρόμοια απεικόνιση. Ένα ακόμα αρχαίο νόμισμα απεικονίζει τον Βάκχο να κρατά στο δεξί του χέρι σταφύλι.
Στα χρόνια του Βυζαντίου και αργότερα της Ενετοκρατίας υπάρχουν αναφορές σε πολλά συμβόλαια για αμπέλια και αμπελώνες. Ενώ πολλές αναφορές γίνονται και σε εκθέσεις απεσταλμένων της Βενετικής εξουσίας στο καλής ποιότητας κρασί που παράγονταν εδώ. Παράδειγμα αποτελεί η έκθεση του στρατιωτικού μηχανικού Francesco Basilicata το 1630 ο οποίος αναφέρει ότι το νησί παράγει και κρασί μεταξύ άλλων αγαθών.
Μια μελανή στιγμή στην αμπελουργική ιστορία της Τήνου είναι η διαταγή εκρίζωσης των αμπελιών στις περιοχές Περάστρα, Κώμη, Κάτω Κλείσμα και Άγιο Σώστη στις αρχές του 17ου αιώνα από τον ανακριτή Πασκουαλίνγκο. Η απόφαση αυτή πάρθηκε στο γενικότερο πλαίσιο αναδιοργάνωσης των καλλιεργειών που επιθυμούσαν οι Ενετοί ώστε το νησί να αυξήσει την παραγωγή σιτηρών. Οι ίδιοι αντιλαμβάνονταν πως η αχίλλειος πτέρνα της άμυνας της Τήνου ήταν η μικρή παραγωγή σε σιτάρι που δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού ούτε για μισό χρόνο. Έτσι, παρότι η εκρίζωση θα είχε αρνητικές οικονομικές συνέπειες, μιας και το κρασί πωλούνταν ακριβά και γίνονταν εξαγωγές, ο Ενετός ανακριτής εξέδωσε απόφαση με την οποία προέτρεπε τους χωρικούς να απομακρύνουν τα αμπέλια στις περιοχές αυτές και να φυτέψουν σιτηρά. Το μέτρο αυτό όμως δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και σύντομα οι κάτοικοι επέστρεψαν στην προσοδοφόρα και οικεία καλλιέργεια της αμπέλου.
Ως εκ τούτου τον 18ο αιώνα οι πεζούλες του νησιού ήταν ακόμα γεμάτες από αμπέλια. Ήταν δε τόση μεγάλη η παραγωγή σε μούστο που τροφοδοτούσαν και άλλες περιοχές της Ελλάδος. Ένας άλλος ξένος απεσταλμένος που κάνει λόγο για το εξαίρετο κρασί του νησιού και την μακρά παράδοση στην αμπελουργία είναι ο Γάλλος βοτανολόγος Τουρνεφόρτ που βρέθηκε στην Τήνο το 1700 περίπου.
Κατά τον 19ο αιώνα η αμπελοκαλλιέργεια ήταν διαδεδομένη σε όλο το νησί, αν και ιδιαίτερα καλής ποιότητας σταφύλια θεωρούνταν εκείνα που καλλιεργούνταν στα Πάνω Μέρη και συγκεκριμένα στα ηφαιστειογενή πετρώματα του βορείου τμήματος του νησιού. Στα Κάτω Μέρη το κρασί υπήρξε το σημαντικότερο εξαγώγιμο προϊόν της περιοχής σύμφωνα με την έκθεση του Πομπέο Φεράρι το 1614, ενώ το γεγονός αυτό μαρτυρούσε και η σφραγίδα που υιοθέτησε ο δήμος Περαίας (όπως ονομάζονταν τότε τα Κάτω μέρη) το 1870 και απεικόνιζε μια σύνθεση σταφυλής και κανθάρου. Ακόμα και στα άγονα εδάφη της Έξω Μεριάς γίνονταν λόγος για αμπέλια σχεδόν σε όλα τα προικοσύμφωνα και τις διαθήκες της εποχής.
Σε ταξιδιωτικό οδηγό του 1875 γίνεται εκτενής αναφορά για τον εκλεκτό οίνο που παράγεται εδώ και ειδικά το φημισμένο Μονεμβασίτη ή αλλιώς Μαλβάζια, ο οποίος μειώθηκε σημαντικά σε ποσότητα από ασθένεια που χτύπησε τα αμπέλια το 1853. Μια άλλη πηγή αναφέρει ότι η Τήνος αποτελούσε μία από κύριες περιοχές παραγωγής της Μαλβάζιας, του περίφημου γλυκού κρασιού,η οποία προσφέρονταν ως πολύτιμο δώρο των ντόπιων προς τους ξένους επισκέπτες και φίλους. Μάλιστα η καλλιέργεια αυτής ήταν εξαιρετικά προσοδοφόρος λόγω της υψηλής τιμής της και παραμένει άγνωστο το πως και το γιατί εξαφανίστηκε.
Στα 1858 με 1859, το νησί παρήγαγε 6.000 βαρέλια κοινό κρασί από τα οποία τα 1.950 βαρέλια προορίζονταν για εξαγωγή, ενώ μόλις τα 200 ήταν μαλβάζια. Σύμφωνα με άλλα ιστορικά στοιχεία, το 1760 υπήρχαν καταγεγραμμένα 20 διαφορετικά είδη αμπελιών και η πλειοψηφία τους χρησιμοποιούνταν για παραγωγή κρασιού και όχι για βρώση. Από το σταφύλι εκτός από το κρασί, οι κάτοικοι παρήγαγαν πετιμέζι και ρακί, όπως παραδοσιακά συμβαίνει μέχρι και σήμερα. Το 1858 η Τήνος παρήγαγε 128.200 κιλά ρακί από τα οποία τα 77.000 εξάγονταν.
Στα νεότερα χρόνια βρίσκουμε καταμετρήσεις της Γεωργικής Υπηρεσίας από το 1940 που κάνουν αναφορά για 4.000 στρέμματα αμπελώνων, έκταση που το 1979 έχει μειωθεί κατακόρυφα φτάνοντας μόλις τα 1.740 στρέμματα με πιθανές αιτίες την παραμέληση των αμπελώνων και τις επιδρομές από αγριοκάτσικα. Από την αρχή του 20ου αιώνα έχουμε επίσης πολλές αναφορές στον τρόπο φύτευσης των αμπελιών που βρίσκονταν κατά κύριο λόγο φυτεμένα στη ρίζα κάθε πεζούλας (τράφος) και μεγάλωναν έρποντας, οι γνωστές απλωταριές. Αυτή η πρακτική αποσκοπούσε πρώτον στην οικονομία του χώρου και δεύτερον στην προστασία των αμπελιών από τους ισχυρούς βοριάδες του νησιού. Οι αγρότες της Τήνου τρυγούσαν το καλοκαίρι τα σταφύλια τους, έφτιαχναν το κρασί, το ρακί, το πετιμέζι και τη μουσταλευριά τους. Το χειμώνα από την άλλη ασχολούνταν με το κλάδεμα και το σκάλισμα, ενώ φύτευαν καινούρια αμπέλια στις βάσεις των νέων πεζούλων και έκαναν καταβολάδες από τα παλαιότερα αμπέλια.